διαβρώσει

διαβρώσει
διάβρωσις
eating through
fem nom/voc/acc dual (attic epic)
διαβρώσεϊ , διάβρωσις
eating through
fem dat sg (epic)
διάβρωσις
eating through
fem dat sg (attic ionic)
διαβιβρώσκω
eat up
aor subj act 3rd sg (epic)
διαβιβρώσκω
eat up
fut ind mid 2nd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ποταμός — Στη φυσική γεωγραφία είναι υδάτινο ρεύμα, που χαρακτηρίζεται από μία σχετική συνέχεια και σταθερότητα τροφοδοσίας και με τομή κοίτης, γενικά, αρκετά ομαλή. Συνήθως αντιδιαστέλλεται από τον χείμαρρο, που έχει πιο ανώμαλους και απότομους… …   Dictionary of Greek

  • πόταμος — Στη φυσική γεωγραφία είναι υδάτινο ρεύμα, που χαρακτηρίζεται από μία σχετική συνέχεια και σταθερότητα τροφοδοσίας και με τομή κοίτης, γενικά, αρκετά ομαλή. Συνήθως αντιδιαστέλλεται από τον χείμαρρο, που έχει πιο ανώμαλους και απότομους… …   Dictionary of Greek

  • χαρακτική — Με την ονομασία αυτή χαρακτηρίζεται το σύνολο των γραφικών μεθόδων που περιλαμβάνουν την αποτύπωση ενός σχεδίου επάνω σε μόνιμη μήτρα και από εκεί τη μεταφορά του σε χαρτί ή άλλο υλικό. Η αποτύπωση του σχεδίου στη μήτρα γίνεται με την τεχνική της …   Dictionary of Greek

  • ακουατίντα — Μέθοδος χαρακτικής σε μέταλλο (χαλκό ή ψευδάργυρο). Μπορεί να δώσει θαυμάσια ζωγραφικά αποτελέσματα, που θυμίζουν κάπως σχέδια που έχουν γίνει με πινέλο και σινική μελάνη ή σέπια. Ιστορία. Η εφεύρεση της μεθόδου αποδίδεται γενικά στον Γάλλο… …   Dictionary of Greek

  • Κολοράντο — I (Colorado). Πολιτεία (269.595 τ. χλμ., 4.417.714 κάτ. το 2001) των κεντροδυτικών ΗΠΑ, με πρωτεύουσα το Ντένβερ. Συνορεύει στα Β με το Γουαϊόμινγκ και τη Νεμπράσκα, στα Α με τη Νεμπράσκα και το Κάνσας, στα Ν με την Οκλαχόμα και το Νιου Μέξικο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”